Στο Ανήλιο Μετσόβου, η παράδοση δεν ξεθωριάζει — αντηχεί. Κυριολεκτικά. Ο ήχος του ξύλινου σήμαντρου από τον ιστορικό ναό της Αγίας Παρασκευής απλώνεται πάνω από τα πέτρινα σπίτια και τις ανηφορικές αυλές του χωριού, ταξιδεύοντας από γειτονιά σε γειτονιά από τις πλαγιές της Πίνδου.
Το πιο όμορφο όμως δεν είναι ο ήχος. Είναι αυτοί που τον δημιουργούν.
Μια ομάδα παιδιών, από μικρούς μέχρι εφήβους, στέκονται στη σειρά και περιμένουν με λαχτάρα τη στιγμή που θα κρατήσουν στα χέρια τους τα ξύλινα σφυριά (τους κόπανους) του σήμαντρου. Κρατούν το ξύλινο σήμαντρο με δέος, σαν να τους δόθηκε για λίγο ένα κομμάτι ιστορίας. Με κάθε χτύπημα, ο ήχος αντηχεί και ταξιδεύει ως τις απέναντι πλαγιές, ξυπνώντας μνήμες παλιές, πριν τις καμπάνες και τα μεγάφωνα. Ένα απλό ξύλο, κρεμασμένο σε μεταλλικό στήριγμα, γίνεται για λίγα λεπτά «φωνή» του χωριού. Με κάθε χτύπημα, ο χαρακτηριστικός ήχος απλώνεται στο χωριό μέχρι απέναντι στο Μέτσοβο και χτυπά σαν παλμός πάνω στα βουνά.
Οι ντόπιοι λένε πως κάποτε ο ήχος του σήμαντρου καλούσε τον κόσμο στην εκκλησία ή προειδοποιούσε για κάτι σημαντικό. Σήμερα, καλεί σε κάτι εξίσου πολύτιμο: στη μνήμη και στη συνέχεια.
Είναι συγκινητικό να βλέπεις νέα παιδιά να περιμένουν στη σειρά, καρτερικά, έτοιμα να χτυπήσουν τη δική τους «νότα» (το τάλαντο, το τάλαντο, το τα το τα το τάλαντο) στην ιστορία του τόπου. Κάθε δυνατό χτύπημα αντηχεί σαν υπενθύμιση ότι οι παραδόσεις δεν χάνονται όταν βρίσκουν χέρια να τις κρατήσουν.
Στο Ανήλιο Μετσόβου, η παράδοση συνεχίζεται μέσα από κάθε χτύπο του σήμαντρου χτυπά και ακούγεται.
Στο Ανήλιο, η παράδοση δεν «διασώζεται» από υποχρέωση, αλλά συνεχίζεται φυσικά – με χαμόγελα, περιέργεια και την περηφάνια ότι αυτό που κρατούν στα χέρια τους δεν είναι απλώς ένα ξύλο, αλλά κομμάτι της ταυτότητάς τους.