Βράδυ στο Άμστερνταμ. Η πόλη φωτισμένη σαν σκηνικό ταινίας – μόνο που αυτή η ταινία δεν είναι φαντασία. Είναι μια ωμή, σχεδόν ποιητική πραγματικότητα, με τη νύχτα να σκεπάζει την πόλη σαν βελούδινη κουρτίνα και τα κανάλια να καθρεφτίζουν τις πιο τολμηρές αποχρώσεις του κόκκινου. Περπατώντας στα στενά της Red Light District, εκεί που τα φώτα βάφουν τα κανάλια κόκκινα και οι βιτρίνες φιλοξενούν γυναίκες και βλέμματα, άφησα στην άκρη κάθε ταμπού, προκατάληψη και φίλτρο.
Δεν πήγα από περιέργεια. Πήγα για να δω με καθαρή ματιά. Και αυτό που είδα, με ακολούθησε πολύ πιο πέρα από εκείνο το βράδυ. Γιατί η Red Light District δεν είναι απλώς μια περιοχή της πόλης – είναι καθρέφτης του κόσμου μας.
Ήξερα ότι θα φτάσω εκεί — στα φημισμένα Κόκκινα Φανάρια. Όχι από περιέργεια, αλλά από μια εσωτερική ανάγκη να νιώσω τι σημαίνει μια πόλη που δεν ντρέπεται για τις επιθυμίες της. Και να ‘μαι εκεί. Στενά δρομάκια γεμάτα κόσμο, ένα μείγμα από τουρίστες, παρέες, ζευγάρια… Όλοι με βλέμμα γεμάτο περιέργεια και, ας μην κοροϊδευόμαστε, μια δόση θαυμασμού. Περπατούσα δίπλα στο κανάλι, με τα νερά να καθρεφτίζουν τα κόκκινα φώτα και τον κόσμο να κυλάει σαν ποτάμι γύρω μου. Ήταν σαν να βρίσκομαι σε μια άλλη διάσταση – σε μια πόλη που λέει «εδώ όλα επιτρέπονται, αρκεί να υπάρχει συναίνεση και σεβασμός».
Οι φωτεινές κόκκινες βιτρίνες δε σε αφήνουν να τις προσπεράσεις. Σου τραβούν το βλέμμα. Γυναίκες πίσω από τα τζάμια, ντυμένες προκλητικά – άλλες με βλέμμα έντονο, σχεδόν διεκδικητικό. Άλλες σιωπηλές, σαν να στέκονται από συνήθεια. Κι άλλες… με ένα βλέμμα γυάλινο, απομακρυσμένο, σαν να είναι αλλού. Δεν ξέρεις τι να πρωτοσκεφτείς – είναι θέαμα; είναι εργασία; είναι επιλογή; είναι ανάγκη;
Η Red Light District είναι κάτι πολύ παραπάνω από τουριστικό θέαμα. Είναι μια εμπειρία που σε σοκάρει, σε προβληματίζει, σε τραβάει να κοιτάξεις λίγο πιο βαθιά. Οι βιτρίνες μοιάζουν με σκηνές θεάτρου, φωτισμένες με νέον – μόνο που εδώ το σενάριο δεν αλλάζει. Μια σιωπηλή παράσταση που παίζεται κάθε βράδυ.
Και γύρω τους, ένας κόσμος που κινείται αθόρυβα. Άντρες μόνοι, με σκυμμένα κεφάλια. Παρέες που σχολιάζουν γελώντας, αλλά το γέλιο τους είναι λίγο πιο δυνατό απ’ όσο πρέπει – ίσως για να κρύψει την αμηχανία. Ζευγάρια που κρατιούνται από το χέρι και ψιθυρίζουν μεταξύ τους: «Είναι αυτό υπερβολή ή ελευθερία;». Δεν υπάρχει μία απάντηση. Η περιοχή είναι ένας καθρέφτης. Και σε κάθε βλέμμα καθρεφτίζεται κάτι άλλο – επιθυμία, περιέργεια, μοναξιά.
Τα κόκκινα σπίτια δεσπόζουν με τις έντονες επιγραφές τους: Moulin Rouge, Erotic Shows, Live Performances.Όλο αυτό είναι απολύτως νόμιμο, οργανωμένο, σχεδόν σαν τουριστικό αξιοθέατο. Και όμως, κανείς δεν γελάει ειρωνικά. Ο κόσμος το αντιμετωπίζει με έναν περίεργο σεβασμό. Σαν να ξέρει ότι εδώ, οτιδήποτε ταμπού, γίνεται απλώς… πραγματικότητα.
Ανάμεσα στις βιτρίνες, sex shops. Δεκάδες. Από τα πιο kitsch μέχρι τα πιο design. Προϊόντα, φαντασιώσεις, φετίχ, ακόμα και αντικείμενα που δε γνωρίζεις ούτε τι είναι ούτε πώς χρησιμοποιούνται. Ένας ολόκληρος κόσμος ηδονής, σε κοινή θέα. Και όμως, τίποτα δεν δείχνει βρώμικο. Ίσα-ίσα – όλα είναι φροντισμένα, καθαρά, σχεδόν… φυσικά. Για όσους ξέρουν. Για όσους τολμούν.
Περπατούσα με ένα μίγμα συναισθημάτων – θαυμασμός, δισταγμός, περιέργεια. Δεν ένιωθα ντροπή. Ένιωθα… ειλικρίνεια. Ίσως και λίγη λύπη. Γιατί η κάθε βιτρίνα ήταν και μια μικρή υπενθύμιση ότι οι άνθρωποι, τελικά, κυνηγούν την επαφή. Ότι σε κάθε κόκκινο φως υπάρχει και μια ιστορία. Μια ανάγκη. Μια συναλλαγή συναισθημάτων, όσο κι αν μοιάζει καθαρά σωματική.
Το Άμστερνταμ δεν σου κλείνει το μάτι πονηρά. Σου λέει:
«Έτσι είμαι. Δες με. Αντέχεις;»
Και το θέμα δεν είναι αν αντέχεις.
Το θέμα είναι τι κουβαλάς μαζί σου όταν φύγεις από εκεί.